Friday, May 12, 2017

Η Πεντάμορφη και το Τέρας


 Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένα έμπορος, πολύ πλούσιος, που είχε τρεις κόρες. Η μικρότερη ήταν η πιο όμορφη, η πιο γλυκιά και η πιο ευγενική. Την έλεγαν Πεντάμορφη.

 Ο πατέρας των κοριτσιών είχε μεγάλη αδυναμία στην μικρότερή του κόρη. Αγαπούσε βέβαια και τις άλλες δύο αλλά εκείνες είχαν ένα κακό ελάττωμα, σκεφτόντουσαν μόνο τον εαυτό τους.


Μία μέρα, ο πατέρας έπρεπε να πάει σε ένα ταξίδι. Θα πήγαινε να παραλάβει ένα εμπόρευμα από ένα πλοίο που θα ερχόταν στο λιμάνι. Εκεί είχε επενδύσει όλα του τα χρήματα. Όπως κάθε φορά, πριν φύγει, ρώτησε τις κόρες του τι θα ήθελαν να τους φέρει όταν θα επέστρεφε, Οι μεγαλύτερες κόρες του ζήτησαν μεταξωτά υφάσματα και κοσμήματα, ενώ η Πεντάμορφη του ζήτησε να προσέχει τον εαυτό του, να επιστρέψει όσο πιο γρήγορα γίνεται και ένα τριαντάφυλλο, μόνο επειδή αυτό ήταν το αγαπημένο της λουλούδι.

 Ο έμπορος έφυγε από το σπίτι και μόλις έφτασε στο λιμάνι, πληροφορήθηκε πως πειρατές είχαν επιτεθεί στο πλοίο και έκλεψαν τα περισσότερα εμπορεύματά του. Έπειτα ξέσπασε καταιγίδα και το πλοίο βυθίστηκε και έτσι χάθηκαν όλα τα εμπορεύματα. Σταναχωρήθηκε πάρα πολύ ο καημένος πατέρας και χωρίς να ξέρει τι να κάνει μετά τη μεγάλη φουρτούνα που τον βρήκε, πήρε σκεπτικός το δρόμο της επιστροφής.

 Περπατούσε αρκετή ώρα στον δρόμο όταν άρχισε να βραδιάζει. Εκεί που περιπλανώμενος μέσα στο σκοτάδι, για κακή του τύχη χάθηκε και άρχισε να χιονίζει. Απελπισμένος όπως ήταν, βρέθηκε μπροστά σε ένα μεγάλο κάστρο. Σκέφτηκε να μπει μέσα και να ζητήσει μία γωνιά για να ξεκουραστεί και ένα πιάτο φαγητό. Χτύπησε την πόρτα όμως δεν βγήκε κανείς για να τον υποδεχτεί. Είδε πως η πόρτα ήταν ανοιχτή, μπήκε μέσα και περπατώντας στου μεγάλους χώρους βρήκε ένα τραπέζι πλούσια στρωμένο με όλα τα καλά του κόσμου και με πολύ ζέστη από δύο αναμμένα τζάκια.


 Περίμενε αρκετή ώρα όμως δεν ήρθε κανείς. Εξαντλημένος και πεινασμένος όπως ήταν όλη μέρα αποφάσισε να φάει και στη συνέχεια πήγε σε ένα άλλο δωμάτιο όπου ήταν στρωμένο ένα μεγάλο κρεβάτι, με ακριβά σεντόνια και σκεπάσματα. Ήταν τόσο κουρασμένος που δεν σκέφτηκε και πολύ. Έπεσε και κοιμήθηκε για τα καλά.

 Όταν ξημέρωσε και ξύπνησε ο πατέρας των τριών κοριτσιών άρχισε πάλι να ψάχνει τον ιδιοκτήτη του κάστρου για να τον ευχαριστήσει για την παράξενη φιλοξενία, αλλά πάλι δεν βρήκε κανέναν και αποφάσισε να φύγει. Βγαίνοντας προς τα έξω είδε μία υπέροχη τριανταφυλλιά και αμέσως θυμήθηκε την μικρότερή του κόρη την Πεντάμορφη. Σκέφτηκε πως τουλάχιστον θα μπορούσε να πάρει σε μία από τις κόρες του το δώρο που ζήτησε. Την ώρα που έσκυψε και έκοψε ένα τριαντάφυλλο πετάχτηκε μπροστά του ένα τεράστιο και εκνευρισμένο τέρας το οποίο άρχισε να γρυλίζει:

-Έτσι ανταποδίδεις την φιλοξενία μου; Κλέβοντάς μου τα αγαπημένα μου λουλούδια;

-Συγγνώμη! Δεν ήθελα να σας κλέψω! Καταστράφηκα οικονομικά και η μικρή μου κόρη μου ζήτησε αυτό το δώρο. Σκέφτηκα πως δεν είναι κακό να πάρω ένα τριαντάφυλλο για να της το κάνω δώρο. Δεν ήθελα να σας ενοχλήσω, μάλιστα σας έψαχνα από χθες για να σας ευχαριστήσω!

Το τέρας τον κοίταξε και είπε:

-Πάρε αυτό το σεντούκι που είναι γεμάτο όμορφους θησαυρούς. Σε επτά ημέρες όμως θα επιστρέψεις ξανά ή μόνος ή με την κόρη σου! Σε επτά ημέρες θα πληρώσεις για το κακό που μου έκανες με τη ζωή σου, εκτός και αν η κόρη σου θελήσει από μόνη της να μείνει εδώ μαζί μου! Μην πιστέψεις όμως πως δεν θα τιμωρηθείς αν δεν έρθεις. Θα σε βρω και  θα είναι μεγαλύτερη η τιμωρία!
 Ο έμπορος γύρισε σπίτι και άρχισε να εξιστορεί στα παιδιά του τι συνέβη. Οι δύο μεγάλες του κόρες δεν άκουγαν καν τι έλεγε μιας και το μυαλό τους ήταν στο σεντούκι με τους θησαυρούς. Η Πεντάμορφη όμως του ζήτησε συγγνώμη για το κακό που προκάλεσε, που του ζήτησε το τριαντάφυλλο και τον έβαλε σε μπελάδες. Άρχισε κλαίει και επέμενε να πάει μαζί του στο τέρας για να του ζητήσει να μην τιμωρηθεί ο πατέρας της.


Έτσι και έγινε. Μετά από επτά ημέρες πήγαν στο κάστρο του τέρατος αλλά αυτό ήταν αμετανόητο στις αποφάσεις του. Η Πεντάμορφη αποφάσισε να μείνει στο κάστρο με το τέρας παρ' όλες τις αντιρρήσεις που είχε ο πατέρας της. Με δάκρυα στα μάτια αποχαιρετίστηκαν και το τέρας που τον έβαλε στην άμαξα δίνοντάς του άλλο ένα σεντούκι με θησαυρούς για να τον βοηθήσει να ξαναφτιάξει την επιχείρησή του.

 Το τέρας είχε ετοιμάσει για την Πεντάμορφη ένα μεγάλο δωμάτιο, με πολλά βιβλία και πιάνο. Κάθε μέρα επίσης της άφηνε ένα μπουκέτο με κόκκινα τριαντάφυλλα. Ήταν τόσο καλό με την Πεντάμορφη που δεν την ενοχλούσε σχεδόν ποτέ με την παρουσία του.


Έτσι η Πεντάμορφη άρχισε να σκέφτεται πως το τέρας δεν μπορεί να είναι τόσο κακό μιας και την φρόντιζε τόσο ώστε να μην της λείπει τίποτα. Αποφάσισε μάλιστα πως θα μπορούσαν να παίρνουν μαζί το δείπνο τους. Από εκείνη την ημέρα έτρωγαν μαζί η Πεντάμορφη και το τέρας. Μιλούσαν για διάφορα θέματα στο τραπέζι και το τέρας πριν πάει για ύπνο η Πεντάμορφη την ρωτούσε αν ήθελε να τον παντρευτεί. Η Πεντάμορφη του απαντούσε πάντα αρνητικά και το τέρας θλιμμένο αποχωρούσε.

 Παρόλο που φοβόταν την εμφάνισή του η Πεντάμορφη απολάμβανε την παρουσία του τέρατος και κάθε στιγμή ανακάλυπτε και άλλες αρετές του. Μια μέρα όμως νοστάλγησε την οικογένειά της και ζήτησε από το τέρας να πάει στους δικούς της. Το τέρας δεν αρνήθηκε και το μόνο που της ζήτησε ήταν να επιστρέψει το αργότερο σε επτά ημέρες. Μάλιστα της έδωσε ένα δαχτυλίδι και της είπε "όποια ώρα και να με σκεφτείς και να θέλεις να γυρίσεις κοντά μου, το δαχτυλίδι αυτό θα σε βοηθήσει να έρθεις σε εμένα".

 Έτσι έφυγε η Πεντάμορφη χαρούμενα για το σπίτι της και φορτωμένη με πολλά δώρα. Όταν έφτασε στο σπίτι της βρήκε τον πατέρα της άρρωστο. Ο καημένος πατέρας δεν μπόρεσε να σηκώσει το βάρος που άφησε την αγαπημένη του κόρη με το τέρας. Οι δύο αδερφές της μάλωναν συνεχώς για την ευθύνη της φροντίδας του πατέρα, αλλά μόλις την είδα χάρηκαν πολύ γιατί έτσι θα τον φρόντιζε η μικρή τους αδερφή. Την ίδια ώρα όμως ζήλεψαν τα φορέματά της και τα στολίδια της. Όταν εκείνη τους τα χάρισε,  την αγάπησαν αμέσως. 

 Η Πεντάμορφη τους μίλησε για το δαχτυλίδι και οι αδερφές τις φοβήθηκαν πολύ που θα έφευγε ξανά και τη φόρτωναν με δουλείες για να της αποσπούν την προσοχή. Της έλεγαν πως αν έφευγε θα πέθαινε ο πατέρας και έτσι οι μέρες περνούσαν. Την τελευταία ημέρα όμως η μικρή κόρη ονειρεύτηκε το τέρας. Το είδε να την καλεί και πως αν δεν επέστρεφε... θα πέθαινε.


 Σηκώθηκε έντρομη, μίλησε στον πατέρα της, ετοιμάστηκε και αναχώρησε για το κάστρο. Όταν μπήκε μέσα είδε το τέρας να αφήνει την τελευταία του πνοή. Τον σκότωσε η θλίψη για τη φυγη της. Η Πεντάμορφη έπεσε στην αγκαλιά του, τον φίλησε και τα δάκρυα από μάτια της έπεφταν στο πρόσωπό του, ενώ του ψιθύριζε πόσο πολύ τον αγαπάει. 

 Ξαφνικά, ένα λαμπερό σύννεφο κάλυψε το τέρας και η Πεντάμορφη τρόμαξε. Μετά από λίγη ώρα διαλύθηκε το σύννεφο και ένα πανέμορφο παλικάρι την κοίταζε στα μάτια με λατρεία. Αμέσως της μίλησε για την κατάρα που τον έκανε τέρας μέχρι που να βρισκόταν κάποια που θα τον αγαπούσε πραγματικά για τον εσωτερικό του κόσμο. Τέλος, της είπε πόσο πολύ την αγαπούσε και πόσο μόνος ένιωθε τόσο καιρό μακριά της.

Την ίδια αμέσως μέρα πήγαν στο σπίτι της Πεντάμορφης. Είπαν στον πατέρα της πως δεν χρειάζεται να ανησυχεί για τίποτα γιατί θα τον έπαιρναν μαζί τους να τον φροντίσουν, ενώ οι δύο αδερφές θα έμεναν στο σπίτι μόνες τους και αν μετά από ένα χρόνο γίνονταν και αυτές καλές και πρόσχαρες τότε θα πήγαιναν και αυτές στον κάστρο για να τις φροντίσει το όμορφο παλικάρι.

 Ο γάμος τους ήταν ο πιο ευτυχισμένος γάμος που έγινε ποτέ. Απέδειξε περίτρανα πως δεν πρέπει κανείς να κρίνει επιφανειακά τους άλλους, αλλά να κοιτά πάντα τον εσωτερικό τους κόσμο.

                                                           

Το "Η Πεντάμορφη και το Τέρας" (γαλλικά: La Belle et la Bête) είναι ένα παραδοσιακό παραμύθι της Γαλλίδας μυθιστοριογράφου της Γκάμπριελ-Σουζάν Μπαρμπό ντε Βιλενέβ και εξεδόθη το 1741, στο La Jeune Américaine et les contes marins.[1] Η μεγάλη ιστορία της, συμπυκνώθηκε, ξαναγράφτηκε και επανεκδόθηκε το 1756, από την Ζαν-Μαρί Λεπρένς ντε Μπωμόν, στο Magasin des enfants,[2] η οποία κατέληξε να είναι η πιο διαδεδομένη έκδοσης του παραμυθιού.[1] Μερικές από τις παλαιότερες ιστορίες που επηρεάστηκε ήταν το Cupid and Psyche, του Λούκιου Απουλήιου, καθώς και το The Pig King, του Τζιοβάνι Φρανσέσκο Στραπαρόλα.[3]
Πάρα πολλές εκδοχές του έργου είναι γνωστές ανά την Ευρώπη.[4] Στη Γαλλία για παράδειγμα το Zémire et Azor, μία οπερατική εκδοχή του έργου, την οποία έγραψε ο Ζαν-Φρανσουά Μαρμοντέλ και τη συνέθεσε ο Αντρέ Γκρετρί, το 1771, και η οποία έλαχε τεράστιας επιτυχίας κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα.[5] Σύμφωνα με ερευνητές των πανεπιστημίων της Λισαβόνας και του Ντούραμ, οι ρίζες της ιστορίας πάνε πίσω 4.000 χρόνια.[6]
Έχει μεταφερθεί και στη  μεγάλη οθόνη σε ταινία κινουμένων σχεδίων το 1991 και σε μιούζικαλ το 2017 από την Disney.

(WIKIPEDIA)




No comments:

Post a Comment

Note: Only a member of this blog may post a comment.


Follow me on Social Media


Send us your CV: fairytalesbysofianna@gmail.com

Subscribe to our mailing list

* indicates required