Αποκλειστική συνέντευξη του συγγραφέα Χρήστου Δασκαλάκη στο Fairytales και τον δημοσιογράφο Νίκο Κολίτση
O συγγραφέας Χρήστος Δασκαλάκης ανοίγει την πόρτα του "Γονεοτροφείου", γιατί ξέρει κάθε παιδί στην «αυλή» του θα βρίσκει πάντα ένα ποτήρι γάλα και μια ανοιχτή αγκαλιά! Άλλωστε, "τα παραμύθια με έσωσαν. Με έκαναν να πιστέψω πως μπορώ να τα καταφέρω, πως αξίζω, πως δεν είναι όλα μαύρα και δεν μπορεί να κερδίζει μόνο το κακό. Μέχρι τότε θέλω να συνεχίσω να γράφω, να προσπαθώ να γίνω καλύτερος άνθρωπος και να γεράσω περήφανος που δεν πρόδωσα τους παιδικούς μου στόχους".
Το δεύτερο βιβλίο σας «Η χιονονιφάδα που αγάπησε το καλοκαίρι», ανέβηκε για δύο θεατρικές χρονιές στο θέατρο Αλκμήνη. Τώρα ήρθε η σειρά του τρίτου βιβλίου σας, «Το Γονεοτροφείο», να γίνει θεατρική παράσταση στο θέατρο Νους. Νιώθετε, πλέον, θεατρικός συγγραφέας; Τι προσδίδει μεγαλύτερη χαρά και ευτυχία, ένα παιδί που διάβασε το βιβλίο σας ή πού είδε τη θεατρική παράσταση;
Η αλήθεια είναι ότι μου πήρε αρκετό χρόνο για να συνηθίσω απλώς τον τίτλο «συγγραφέας». Πέντε βιβλία μετά, έχω αρχίσει να προσαρμόζομαι, οπότε μπορείτε να φανταστείτε πώς νιώθω με κάθε καινούριο «τίτλο». Η πορεία ενός βιβλίου από το βιβλιοπωλείο μέχρι το παιδικό δωμάτιο, τη σχολική τάξη και τα χέρια ενός παιδιού, δε συγκρίνεται με τίποτα άλλο. Παρ' όλα αυτά, η θεατρική παράσταση έχει τη δύναμη να αιχμαλωτίζει τις αισθήσεις, γι’ αυτό και έχει τόσο θετική επίδραση στα παιδιά.
Ο Νικόλας και η Ευτυχία, από το παραμύθι «Η Χιονονιφάδα που αγάπησε το Καλοκαίρι» και ο Παύλος, από το παραμύθι του «Γονοετροφείου», θα είχαν πολλά να πουν και κυρίως να ζήσουν. Θα ήταν μια ιδανική συνάντηση που θα βοηθούσε τον Παύλο να αισθανθεί το νόημα της οικογένειας, του μοιράσματος και της χαράς του να ανήκεις κάπου που σε αγαπούν.
«Ονειρευόμουν να γίνω μοναχός ή ιεραπόστολος, να ταξιδέψω στην Αφρική, να είμαι δίπλα στα παιδιά, να γράφω και να τους διαβάζω ιστορίες». Συνεχίζετε να ονειρεύεστε να πραγματοποιήσετε τα δύο πρώτα; Tι άλλο ονειρεύεστε σήμερα;
Με πηγαίνετε πολλά χρόνια πίσω. Αυτά είναι τα πρώτα μου όνειρα, σε ηλικία περίπου επτά ετών. Θυμάμαι ένιωθα ότι, αφού δεν μπορώ να βοηθήσω τον εαυτό μου, ίσως μπορούσα να κάνω κάτι για τα υπόλοιπα παιδιά. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, η ζωή με έφερε τελικά κοντά στα παιδιά. Ναι, ακόμα ονειρεύομαι να φανώ χρήσιμος σε κάποια παιδιά και να βγει αληθινό εκείνο το παιδικό όνειρο. Μέχρι τότε θέλω να συνεχίσω να γράφω, να προσπαθώ να γίνω καλύτερος άνθρωπος και να γεράσω περήφανος που δεν πρόδωσα τους παιδικούς μου στόχους.
Κάνατε outing την απώλεια ακοής από το δεξί σας αυτί που σας κράτησε μακριά από τα μακροβούτια στην αγαπημένη σας θάλασσα στην Ύδρα και τις πολύβουες παρέες. Πόσο συνέβαλε αυτό ψυχοθεραπευτικά, τρόπον τινά, στην ενασχόληση με τη συγγραφή και την αγάπη για τη φύση;
Η απώλεια ακοής ήρθε στην ηλικία των 18 ετών, όντας μαθητής στη Γ’ Λυκείου, μια εποχή πολύ δύσκολη για εμένα. Η σωματική και ψυχολογική κακοποίηση, εντός κι εκτός σχολείου, βρήκε οδό «εκτόνωσης» στην ακοή μου. Νοσηλεύτηκα δύο φορές στο νοσοκομείο με τη γνωμάτευση των γιατρών να σχετίζεται αποκλειστικά με ψυχολογικούς παράγοντες. Πολλοί ήξεραν, όλοι έβλεπαν και κανείς δεν έκανε τίποτα. Πήρα, λοιπόν, σιωπηλά, όπως πάντα, το «παράσημό» μου και προσπάθησα να γράψω, να μιλήσω, να φωνάξω πως «είμαι μόνο ένα παιδί που θέλει να ζήσει».
Στίχοι, ποιήματα, ιστορίες, παραμύθια έγιναν το εφόδιό μου να αντέξω και να επικοινωνήσω τα όσα έζησα. Η φύση ήταν ένας ισχυρός μου σύμμαχος. Η ηρεμία της ταίριαζε με τη «σιωπή» της ακοής μου, γι’ αυτό και την έκανα πρωταγωνίστρια στο παραμύθι της Χιονονιφάδας!
Προσωπικά, τα παραμύθια με έσωσαν. Με έκαναν να πιστέψω πως μπορώ να τα καταφέρω, πως αξίζω, πως δεν είναι όλα μαύρα και δεν μπορεί να κερδίζει μόνο το κακό. Τα πρώτα παραμύθια που άκουσα ήταν οι παραβολές που μου έλεγε η μοναχή Καλιννίκη στο αγαπημένο μου μοναστήρι. Εκεί αγάπησα τα παραμύθια, εκεί διδάχθηκα την υπομονή, εκεί κατάλαβα πως δεν πρέπει να αφήσω κανέναν να σκοτώσει το παιδί που κουβαλάω μέσα μου.
Μακάρι όλοι μας να καταλάβουμε τη σπουδαιότητα των παραμυθιών στη ζωή μας. Ανοίγουν έναν ολόκληρο κόσμο δίπλα μας. Έναν κόσμο που παραμένει δίκαιος, αγνός και αθώος. Αλίμονο αν τον χάσουμε από τη ζωή μας…
Η ζωή και η καθημερινότητα στην Ύδρα, που ζήσατε από τα πέντε μέχρι τα δεκαοκτώ σας χρόνια, πόσο διαφορετική ήταν από την αντίστοιχη της Αθήνας, για ένα παιδί της σημερινής εποχής; Τι σας έλειπε και τι θα θέλατε να πάρετε μαζί σας στο νησί;
Η Ύδρα είναι ένα πανέμορφο νησί, κοσμοπολίτικο τους καλοκαιρινούς μήνες, μοναχικό κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Βρέθηκα για πρώτη φορά εκεί στην ηλικία των πέντε ετών, δίπλα σε μια καινούρια οικογένεια, που συμπωματικά ήταν και η βιολογική μου. Είχα, λοιπόν, να κουβαλήσω την ταμπέλα του «διαφορετικού», του καινούριου θέματος για συζήτηση επί χρόνια. Αν βρισκόμουν στην Αθήνα θα ήμουν απλώς ένα άγνωστο παιδί ανάμεσα σε αγνώστους και αυτό θα ήταν σωτήριο!
Για ένα παιδί που αγαπάει το διάβασμα, τις λέξεις και τα «παραμύθια», το περιβάλλον ήταν εντελώς αφιλόξενο, ακόμα και στα στενά σύνορα του σχολείου. Μα χαίρομαι που ο εφιάλτης τελείωσε, δεν είμαι πια μαθητής και δε χρειάζεται να εξαρτώμαι από ανθρώπους που δεν είχαν πάρει τον ρόλο τους στα σοβαρά…
«Οι περισσότεροι από εμάς γινόμαστε γονείς πολύ πριν πάψουμε να είμαστε παιδιά» (Αμερικανίδα αρθρογράφος, Mignon McLaughlin). Σχολιάστε σε συνάρτηση και με το θέμα του βιβλίου σας και της αντίστοιχης θεατρικής παράστασης «Το Γονεοτροφείο».
Συμφωνώ απόλυτα! Χρειάζεται ωριμότητα πριν αποφασίσουμε να πάρουμε την ευθύνη για ακόμα μια ζωή. Τα παιδιά δεν είναι τρόπαιο, δεν είναι αξεσουάρ, δεν είναι τύχη. Είναι επιλογή και οι σωστές επιλογές απαιτούν σωστή κρίση και συναισθηματική ωριμότητα.
«Δύο πράγματα πρέπει να παίρνουν τα παιδιά από τους γονείς τους: ρίζες και φτερά» (Γερμανός ποιητής και φιλόσοφος, Βόλφγκανγκ Γκαίτε). Σχολιάστε σε συνάρτηση και με το θέμα του βιβλίου σας και της αντίστοιχης θεατρικής παράστασης «Το Γονεοτροφείο».
Οι ρίζες μας βοηθούν να ξέρουμε ότι ανήκουμε κάπου. Τα φτερά μας βοηθούν να πειραματιστούμε, να τολμήσουμε, να δοκιμάσουμε, γνωρίζοντας ότι πάντα θα έχουμε ένα ασφαλές μέρος να επιστρέψουμε. Το ίδιο συμβαίνει και στο Γονεοτροφείο μας. Ο μικρός μας πρωταγωνιστής, μετά από κάθε λάθος και κάθε δύσκολη στιγμή, ξέρει ότι στην «αυλή» του Γονεοτροφείου θα βρίσκει πάντα ένα ποτήρι γάλα και μια ανοιχτή αγκαλιά.
«Εσείς, τι ζητάτε από ένα παιδί;» ρώτησε ο Παύλος και κοκκίνησε από συστολή και αμηχανία. Ένα παιδί τι ζητάει τελικά από έναν συγγραφέα κι ένα βιβλίο;
Νιώθω ότι ζητάει κάποιον να σκέφτεται όπως εκείνο, να το καταλαβαίνει, να αφουγκράζεται την ανάγκη του για χαρά, για παιχνίδι, για αγάπη και αγκαλιά. Ίσως γι’ αυτό γράφω πάντα ιστορίες με συναίσθημα, με τρυφερά νοήματα και με αισιοδοξία. Θέλω κάθε βιβλίο μου να είναι ένα «λιμάνι» αγάπης και ζεστασιάς για κάθε αναγνώστη.
Sofianna Paidousi (Σοφιάννα Παϊδούση)
Πόσο διαφορετικός θα ήταν ο κόσμος των ενηλίκων, αν τα παιδιά επέλεγαν τους γονείς τους; Yπάρχει τελικά «ιδανική οικογένεια» για τα παιδιά και τον μικρόκοσμό τους; Ποια χαρακτηριστικά οφείλει να διαθέτει ο «κατάλληλος» γονέας;
Αυτό που με σιγουριά μπορώ να σας πω, είναι ότι πολλά παιδιά θα είχαν σωθεί, αν είχαν τη δυνατότητα να διαλέξουν τους γονείς τους. Σίγουρα θα είχαμε θρηνήσει λιγότερες αθώες ψυχές και θα είχαμε δει λιγότερες σκληρές σκηνές στην οθόνη της τηλεόρασής μας. Ιδανική οικογένεια δεν μπορεί να υπάρξει σε μια κοινωνία που δεν μπορεί να αγγίξει το ιδανικό. Κανένας μας δεν είναι «ιδανικός», γιατί όλοι προσαρμοζόμαστε σε μια καθημερινότητα αρκετά σκληρή, απαιτητική και δύσκολη. Σίγουρα, όμως, σαν γονείς, σαν άνθρωποι, σαν κοινωνία, μπορούμε να είμαστε πιο «τρυφεροί», πιο αλληλέγγυοι, πιο συνειδητοποιημένοι ως προς το κοινό καλό. Όλοι υπήρξαμε παιδιά και ξέρουμε τι χρειαζόμασταν, τι μας έλειψε, τι μας έκανε ευτυχισμένους. Ας μην το ξεχνάμε, όταν μεγαλώνουμε. Ας μη γυρίζουμε την πλάτη στο πιο τρυφερό κομμάτι της ψυχής μας…
Διαβάστε ακόμα: Το Fairytales προτείνει... «Το Γονεοτροφείο» Του Χρήστου Δασκαλάκη σε σκηνοθεσία Ευθύμη Χρήστου
Νικος Κολίτσης
με συνεργασίες με έντυπο-ηλεκτρονικό τύπο πανελλαδικά.
No comments:
Post a Comment
Note: Only a member of this blog may post a comment.