Sunday, June 11, 2017

Ραπουνζέλ


Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας άντρας και μία γυναίκα που ήθελαν πολύ να αποκτήσουν ένα παιδί. Mετά από πολύ καιρό, η γυναίκα επιτέλους περίμενε να φέρει στον κόσμο ένα μωράκι. Στο πίσω μέρος του σπιτιού τους υπήρχε ένα μικρό παράθυρο το οποίο έβλεπε σε έναν καταπληκτικό κήπο, ο οποίος ήταν φυτεμένος με τα ωραιότερα φυτά και λουλούδια. Γύρω - γύρω όμως ήταν περιφραγμένος με έναν ψηλό τοίχο και έτσι κανείς δεν τολμούσε να μπει μέσα καθώς άνηκε σε μια φοβερή μάγισσα. Μια μέρα η γυναίκα κοιτούσε από το παράθυρο στον κήπο και είδε κάποια υπέροχα χορταράκια. Eπιθυμούσε όσο τίποτα να φάει μερικά, καθώς φαινόντουσαν τόσο πράσινα και λαχτριστά.  Κάθε μέρα που περνούσε όλο και περισσότερο μεγάλωνε η επιθυμία της, μέχρι που έχασε το χρώμα της και κατέπεσε καθώς ήξερε ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να τα αποκτήσει. Όταν την είδε ο άντρας της σε αυτή τη κατάσταση τρόμαξε και ρώτησε ανήσυχος: «Πες μου καλή μου, τι μπορώ να κάνω για να νιώσεις καλύτερα και να μην σε βλέπω να μαραζώνεις;»
 «Αν δεν μπορέσω να φάω μερικά από τα χορταράκια που φυτρώνουν στον κήπο της μάγισσας, νιώθω ότι θα πεθάνω».

Ο άντρας που αγαπούσε πολύ την γυναίκα του σκέφτηκε «Όσο επικίνδυνο και να είναι, θα πρέπει να φέρω αμέσως μερικά από αυτά τα φυτά…»
 Μόλις έπεσε η νύχτα, δεν δίστασε να  πέρασει πάνω από τον τοίχο και να τρυπώσει στον κήπο της μάγισσας. Ξερίζωσε ένα ματσάκι χορταράκια όσο πιο γρήγορα μπορούσε και τα πήγε στη γυναίκα του. Η γυναίκα του τα έκανε αμέσως σαλάτα, και τα έφαγε με μεγάλη όρεξη. Τόσο πολύ της άρεσαν που την επόμενη ημέρα ήθελε να φάει και άλλα. Ο άντρας είδε ότι δεν θα μπορούσε να ηρεμήσει διαφορετικά τη γυναίκα του και ξαναπήγε πίσω στον κήπο. Όμως ακριβώς τη στιγμή που σκαρφάλωνε στον τοίχο με τα χορταράκια στο χέρι, άκουσε μια φωνή να του λέει:


«Πώς τολμάς να μπαίνεις στον κήπο μου και να κλέβεις τα φυτά μου;»
«Συγνώμη αλλά το έκανα από ανάγκη. Η γυναίκα μου περιμένει το παιδί μας και έχει επιθυμία για χόρτα. Αν δεν φάει θα πεθάνει…» Είπε εκείνος απελπισμένος.
Η μάγισσα του απάντησε «Θα σου επιτρέψω να παίρνεις όσα χορταράκια θέλεις από τον κήπο, αλλά σε ανταπόδοση θα πάρω το παιδί μόλις το γεννήσει η γυναίκα σου. Θα του σταθώ καλή μάνα.»
Από φόβο και πανικό ο άντρας δέχτηκε ότι του ζήτησε η μάγισσα και όταν η ήρθε η ώρα να γεννήσει η γυναίκα, εμφανίστηκε η βασίλισσα  και πήρε το κοριτσάκι το οποίο ονόμασε Ραπουνζέλ. Η μητέρα της ίσα που πρόλαβε να της δώσει ένα φιλί…
Η Ραπουνζέλ έγινε το ομορφότερο παιδί του κόσμου.  Όταν έγινε δώδεκα χρονών η κακιά μάγισσα, από φόβο μήπως κάποιος της την πάρει,  την κλείδωσε σε έναν ψηλό πύργο ο οποίος δεν είχε ούτε πόρτα ούτε σκάλα. Μόνο πολύ ψηλά στη κορυφή του πύργου υπήρχε ένα μικρό παράθυρο. Όταν η μάγισσα ήθελε να ανεβεί στον πύργο στεκόταν από κάτω και φώναζε:


                   «Ραπουνζέλ, Ραπουνζέλ!
                     Άφησε τα μαλλιά σου.»
Η Ραπουνζέλ είχε καταπληκτικά μακριά μαλλιά, σαν πλεξούδες από χρυσό, και όταν άκουγε τη μάγισσα να λέει αυτά τα λόγια έλυνε τις πλεξίδες της, τις έδενε γύρο από το πόμολο του παραθύρου και στη συνέχεια τα έριχνε να πέσουν δέκα μέτρα στο κενό. Η μάγισσα έπιανε τις κοτσίδες και ανέβαινε στον πύργο.
 Μια μέρα περνούσε ένα βασιλόπουλο από το δάσος στο οποίο βρισκόταν ο πύργος. Το βασιλόπουλο είδε τη χρυσομαλλούσα τη Ραπουνζέλ στο παράθυρο και την άκουσε να τραγουδάει με τόσο γλυκιά φωνή που την ερωτεύτηκε παράφορα. Απογοητεύτηκε όμως καθώς δεν υπήρχε πόρτα στον πύργο και δεν υπήρχε σκάλα που μπορούσε να φτάσει σε αυτό το ύψος. Έτσι πήγαινε κάθε μέρα στο δάσος και την παρατηρούσε, μέχρι που κάποια μέρα είδε την μάγισσα να έρχεται και να λέει:

    «Ραπουνζέλ, Ραπουνζέλ!
     Άφησε τα μαλλιά σου.»
Μετά από αυτό κατάλαβε με ποια σκάλα μπορεί να ανέβει στον πύργο. Έτσι συγκράτησε τα λόγια που θα έπρεπε να πει και την επόμενη μέρα περίμενε να βραδιάσει και πήγε στον πύργο και φώναξε:

                        «Ραπουνζέλ, Ραπουνζέλ!
                         Άφησε τα μαλλιά σου.»



Τότε η Ραπουνζέλ έριξε τις πλεξίδες της και ο πρίγκιπας ανέβηκε στο δωμάτιο της. Αρχικά η Ραπουνζέλ ταράχτηκε πάρα πολύ καθώς δεν είχε ξαναδεί άντρα. Αλλά το βασιλόπουλο άρχισε να της μιλάει και της εξήγησε ότι το τραγούδι της τον είχε γοητεύσει τόσο πολύ που δεν μπορούσε να βρει ησυχία παρά μόνο αν την έβλεπε από κοντά. Τελικά έφυγε ο φόβος από την Ραπουνζελ και ο πρίγκιπας τη ρώτησε «Θέλεις να γίνεις γυναίκα μου;»

 Η Ραπουνζέλ είδε ότι ήταν νέος και όμορφος και σκέφτηκε ότι θα την αγαπούσε περισσότερο από την γριά μάγισσα. «Θέλω να έρθω μαζί σου και να σε παντρευτώ αλλά δεν ξέρω πως μπορώ να κατεβώ από τον πύργο.» Απάντησε η κοπέλα «Για αυτό κάθε φορά που θα έρχεσαι να μου φέρνεις ένα κουβάρι μετάξι για να πλέξω μία σκάλα και όταν την τελειώσω θα με πάρεις με το άλογο σου.» Τότε συμφώνησαν ότι το βασιλόπουλο θα ερχόταν κάθε βράδυ στη Ραπουνζέλ καθώς την ημέρα πήγαινε η γριά. Η μάγισσα δεν κατάλαβε τίποτε μέχρι που κάποια μέρα η κοπέλα ξεχάστηκε και της είπε: «Για πες μου πώς γίνεται και είναι τόσο δύσκολο να σε ανεβάσω πάνω στον πύργο ενώ ο πρίγκιπάς μου ανεβαίνει σε μία στιγμή;»
«Αμάν άπιστο παιδί!» Απάντησε η μάγισσα έξαλλη από θυμό όταν κατάλαβε ότι η Ραπουνζέλ της κρατούσε μυστικά.. «Τι είναι αυτά που ακούω, έγω έκανα τα πάντα για να σε αποκόψω από τον κόσμο αλλά εσύ με εξαπάτησες! Θα μου το πληρώσεις ακριβά αυτό!» Αμέσως πήρε τα όμορφα μαλλιά της κοπέλας και τα γύρισε δύο-τρεις φορές από το αριστερό της χέρι, άρπαξε ένα ψαλίδι και χρίτσι-χρίτσι της τα έκοψε. Μετά εγκατέλειψε τη Ραπουνζέλ σε μια ερημιά όπου θα επιζούσε μόνο με μεγάλη δυσκολία και δυστυχία.
Την ημέρα που η μάγισσα έδιωξε την Ραπουνζέλ, έδεσε τα μαλλιά που είχε κόψει από την κοπέλα στο πόμολο και όταν ήρθε ο βασιλιάς και φώναξε:

                          «Ραπουνζέλ, Ραπουνζέλ!
                            Άφησε τα μαλλιά σου.»


Άφησε να πέσουν τα μαλλιά. Το βασιλόπουλο ανέβηκε γρήγορα πάνω, αλλά αντί για την αγαπημένη του βρήκε την μάγισσα η οποία τον κοίταξε μοχθηρά. «Μάλιστα.» Είπε ειρωνικά «Ήρθες να βρεις την αγαπημένη σου, αλλά το όμορφο πουλάκι δεν είναι πια στη φωλιά του, το πήρε η γάτα που θα σου βγάλει και σένα τα μάτια. Για σένα η Ραπουνζέλ χάθηκε για πάντα, δεν πρόκειται να την ξαναδείς!» Το βασιλόπουλο έχασε την λογική του, έπεσε από το παράθυρο και προσγειώθηκε σε έναν τεράστιο αγκαθωτό κήπο. Παρόλο που σώθηκε, τα αγκάθια καρφώθηκαν στα μάτια του. Έτσι τυφλός και απαρηγόρητος τριγυρνούσε άσκοπα στο δάσος και δεν έτρωγε τίποτε άλλο από μούρα και ρίζες. Δεν σταμάτησε στιγμή να θρηνεί για το χαμό της αγαπημένης του.
 Αφού περιπλανήθηκε για χρόνια έφτασε επιτέλους στην ερημιά που ζούσε φτωχικά η Ραπουνζέλ, η οποία είχε γεννήσει  στο μεταξύ δίδυμα παιδάκια ένα κορίτσι και ένα αγόρι. Τότε ο το βασιλόπουλο άκουσε μία φωνή που του φάνηκε πολύ γνωστή και καθώς κατευθύνθηκε προς την φωνή τον αναγνώρισε η Ραπουνζέλ που έτρεξε να τον αγκαλιάσει κλαίγοντας. «Πόσο τυχερή είμαι που σε ξαναβρήκα!» Δύο από τα δάκρυά της έπεσαν στα μάτια του, που καθάρισαν αμέσως και άρχισε να βλέπει όπως και πριν. Τότε πήρε τη Ραπουνζέλ και την οδήγησε στο βασίλειο του όπου τους υποδέχτηκαν με χαρά. Έτσι έζησαν για πολλά χρόνια ευτυχισμένοι και χαρούμενοι.



Η προέλευση του παραμυθιού είναι από την Γαλλία. Το 1698, η κυρία της αυλής Mademoiselle de la Force έγραψε το παραμύθι Persinette. Η ρίζα του ονόματος Persinette προέρχεται από την λέξη "persil", που σημαίνει "μαϊντανός". Σε αυτή την εκδοχή, η μητέρα του κοριτσιού δεν λιγουρευόταν λυκοτρίβολα κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης, αλλά μαϊντανό. Στην αρχική εκδοχή των αδελφών Γκριμ, η αποκάλυψη της σχέσης πρίγκιπα κοριτσιού γίνεται από την εγκυμοσύνη της κοπέλας. Η εκδοχή αυτή θεωρήθηκε αποκρουστική και έτσι η αποκάλυψη της εγκυμοσύνης γίνεται σε επόμενες εκδόσεις από λάθος της Ραπουνζελ, η οποία το ξεστομίζει στην μάγισσα.
(Wikipedia)




No comments:

Post a Comment

Note: Only a member of this blog may post a comment.


Follow me on Social Media


Send us your CV: fairytalesbysofianna@gmail.com

Subscribe to our mailing list

* indicates required